logoaks

eco facebook

New folder 6

Νεκρομαντείο Αχέροντα

10723035 m

Το αρχαίο Νεκρομαντείο του Αχέροντα βρίσκεται στο χωριό Μεσοπόταμος, του Νομού Πρεβέζης, στο σημείο όπου έσμιγε ο ποταμός Αχέρων με τον Κωκυτό και τον Πυριφλεγέθοντα, στις βορειοδυτικές όχθες της Αχερουσίας Λίμνης, η οποία αποτελούσε την είσοδο του κόσμου των ψυχών. Είναι χτισμένο στην κορυφή ενός λόφου, στον οποίο κατέληγαν οι επισκέπτες από το Ακρωτήρι Χειμέριο του χωριού Αμμουδιά, για να επικοινωνήσουν με τις ψυχές των αγαπημένων τους προσώπων. Ο Όμηρος στην Οδύσσεια περιγράφει αναλυτικά την περιοχή κατά την κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη

Καταλυτικός για τη μαντεία ήταν ο ρόλος των ιερέων, οι οποίοι επεδίωκαν συζητήσεις με τους επισκέπτες για να γνωρίσουν τις προθέσεις τους και να δώσουν τις ανάλογες απαντήσεις, καθώς και η ιεροτελεστία που ακολουθούνταν. Υπέβαλαν τους επισκέπτες σε ψυχολογικές και σωματικές δοκιμασίες είτε με τη δαιδαλώδη, επιβλητική κατασκευή του μαντείου και τις σκοτεινές γεμάτες υγρασία αίθουσες είτε με δίαιτα και με τη βοήθεια κυάμων που μασούσαν ώστε να θολώνουν το μυαλό τους και να εξάπτουν τη φαντασία τους.

5882737 mΓια να λάβει ο επισκέπτης απάντηση από την ψυχή έπρεπε να τελέσει προσφορές και να τη βγάλει από τη λήθη δίνοντάς της να πιει αίμα. Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά του Ομήρου σύμφωνα με την οποία η μάνα του Οδυσσέα δεν τον αναγνώρισε παρά μόνο όταν ήπιε από το αίμα της προσφοράς.

Οι ψυχές θεωρούνταν άυλες σαν σκιές. Τα "είδωλα" των ψυχών τα ανέβαζαν οι ιερείς με σιδερένιους μοχλούς από την υπόγεια αίθουσα. Στο τέλος οι πιστοί αποχωρούσαν από άλλη έξοδο ώστε να μην έρθουν σε επαφή με τους επόμενους επισκέπτες εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη μυστικότητα. Η οποιαδήποτε μαρτυρία του χρησμού αποτελούσε βλασφημία και οδηγούσε ακόμα και σε θάνατο

Αρχαία Νικόπολη

7447303 mΗ Αρχαία Νικόπολη ήταν πόλη της Ηπείρου που ιδρύθηκε από τους Ρωμαίους στην νοτιοδυτική Ήπειρο κοντά στην σημερινή Πρέβεζα. Ο αρχαιολογικός της χώρος αποτελεί σήμερα την μεγαλύτερη σε έκταση αρχαία πόλη της Ελλάδας (Χ.Γκούβας, 2009). Η Νικόπολη (πόλη της νίκης), χτίστηκε κατ’ εντολήν του αυτοκράτορα Αύγουστου Οκταβιανού (ή Οκτάβιου), πρώτου αυτοκράτορα της Ρώμης, για να τιμήσει τους θεούς, κυρίως τον «Άκτιο Απόλλωνα» ή, όπως λένε άλλοι, τον Ποσειδώνα (θεός της θάλασσας) και τον Άρη (θεός του πολέμου) για τη νίκη που του έδωσαν κατά του Μάρκου Αντωνίου και της Κλεοπάτρας στη μεγάλη Ναυμαχία του Ακτίου, το 31 π.Χ. (The Naval Battle of Actium). Μετά την Ναυμαχία του Ακτίου κα την αυτοκτονία του Μάρκου Αντωνίου και της ερωμένης του Κλεοπάτρας Ζ', τελευταίας βασίλισσας των Πτολεμαίων της Αιγύπτου, επήλθε το τέλος της Ελληνιστικής Εποχής και η αρχή της Ρωμαϊκής περιόδου και φυσικά η πλήρης επικράτηση του Αύγουστου Οκταβιανού Η Νικόπολη, άκμασε πολύ σύντομα και σύμφωνα με κάποιες απόψεις ιστορικών έφθασε να έχει πληθυσμό 300.000 κατοίκους, στο έτος 293 μ.Χ., όταν ήταν πρωτεύουσα της Ηπείρου. “Πόλις ευανδρούσα, λαμβάνουσα καθ ημέραν επίδοσιν”, γράφει ο Στράβων αναφερόμενος στην Νικόπολη

Η Νικόπολη βρίσκεται σε ισθμό του οποίου το πλάτος στο σημείο αυτό δεν ξεπερνά τα2,5 χλμ.Το Ιόνιο πέλαγος βρίσκεται στο δυτικό μέρος (παραλία Μονολίθι) ενώ στο ανατολικό μέρος είναι το τμήμα εκείνο του Αμβρακικού κόλπου που λέγεται Μάζωμα και είναι ένα είδος λιμνοθάλασσας, που ήταν άλλοτε ιχθυοτροφείο. Η περιοχή αυτή έχει χαρακτηρισθεί με νόμο ως «αρχαιολογική ζώνη Α».  Στο μέγεθός της τη Νικόπολη συναγωνίζονται το αρχαίο Βουθρωτόν στη σημερινή Αλβανία (Butrint) και το αρχαίο Δίον στο Νομό Πιερίας (Χαράλ. Γκούβας, 2009). Πολλά από τα ερείπια κτίρια της Νικόπολης ήταν εμφανή ακόμα και επί εποχής Αλή Πασσά, άλλα ανασκάφηκαν από τον Αλέξανδρο Φιλαδελφέα το 1916, αρκετές εργασίες έγιναν από τον Αναστάσιο Ορλάνδο τα έτη 1960-1965, αλλά η πιο συστηματική εργασία ανάδειξης έγινε από την ΙΒ΄ Εφορεία Αρχαιοτήτων (έδρα Ιωάννινα) τα τελευταία χρόνια (1995-2005), υπό την επίβλεψη του καθηγητή Δρ. Κωνσταντίνου Ζάχου. .

Συνιστώμενη σειρά επίσκεψης είναι η εξής: Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Νικοπόλεως στην Πρέβεζα (5ο χιλιόμετρο), Ρωμαϊκά τείχη και Νεκροταφείο (Ασύρματος), Παλαιοχριστιανικά Τείχη, και Ωραία Πύλη, Αραπόπορτα, Βασιλική Δομετίου, Υδατοδεξαμενές, Νότιες Θέρμες, Βασιλική Αλκίσσονος, Ωδείο (κλειδωμένο), Νυμφαίον, Επαυλη του Μάνιου Αντωνίνου (κλειδωμένη), Ρωμαϊκό Στάδιο, Θέατρο Οκταβιανού, Μνημείο Αυγούστου (κλειδωμένο).

Αρχαία Κασσώπη

Στους λόφους του σημερινού χωριού Καμαρίνα του Δήμου Ζαλόγγου Πρέβεζας (Νόμος Καποδίστριας, σήμερα με το Νόμο Καλλικράτης, είναι Δήμος Πρέβεζας), υπάρχουν τα ερείπια μιας αρχαίας πόλης, της Κασσώπης, η οποία ιδρύθηκε από τους Κασσωπαίους, ένα Ηπειρωτικό φύλο κλάδο των Θεσπρωτών και πιθανώς αργότερα εποικίσθηκε και από εποίκους Ηλείους και Αρκάδες [1]. H ίδρυση της πόλης ήταν το αποτέλεσμα ενός συνοικισμού των διάσπαρτων οικισμών της περιοχής.

Η Κασσώπη είναι σήμερα ο πλέον άρτιος για επίσκεψη αρχαιολογικός χώρος του νομού Πρέβεζας. Η προσπέλαση γίνεται ως εξής.:

από την Πρέβεζα: Κανάλι, Αρχάγγελος, Καμαρίνα, Κασσώπη

από Άρτα: Γέφυρα Καλογήρου, Λούρος, Ζέφυρος δεξιά, Αρχάγγελος, Καμαρίνα, Κασσώπη

από την Εγνατία Οδό: στροφή προς Πάργα, επαρχιακή οδός προς Πρέβεζα, Μεσοπόταμος, στροφή αριστερά προς Καναλάκι, Μποντάρι – Εκκλησιές, Καμαρίνα, Κασσώπη .

Υπάρχουν εδώ κυκλώπεια τείχη βορείως και εντός του πολεοδομικού ιστού. Μέσα στο πολυγωνικό τείχος της αρχαίας Κασσώπης, πρωτεύουσας της Κασσωπαίας χώρας, πάχους περίπου3,50 m., υπήρχαν περίπου 600 διώροφα σπίτια, μέσα σε οικόπεδα των230 m2. Όλα διέθεταν μεσημβρινό προσανατολισμό και άρτια κατασκευή και λειτουργικότητα, με κοινό αποχετευτικό διάδρομο και σκεπασμένο υπόνομο. Το αποχετευτικό σύστημα της Κασσώπης είναι εξαιρετικό και αφορούσε τόσο τα λύματα όσο και τα όμβρια ύδατα. Η Κασσώπη ήταν κτισμένη κατά το Ιπποδάμειο σύστημα και διέθετε 20 παράλληλους δρόμους, τους «στενωπούς», πλάτους4,20 m, που μεταξύ τους απείχαν30 m, και διασταυρώνονταν με τους πλατύτερους δρόμους, τις «πλατείες» πλάτους6 m, σχηματίζοντας 60 περίπου οικοδομικά τετράγωνα. Το εμβαδόν της Κασσώπης εντός του οικιστικού χώρου της είναι 300 στρέμματα και υπάρχουν άλλα 370 στρέμματα που κατοικούντο εκτός των τειχών. Ο πληθυσμός της πόλης υπολογίζεται στα 5.000 – 10.000 άτομα. Η διαμόρφωση της επηρεάστηκε από το παλαιότερο πρότυπο πόλεως στην περιοχή, την Αμβρακία

Ζάλογγο

Το Ζάλογγο, ή Ζάλογκο, είναι ένα από τα ιστορικά όρη της Ελλάδας. Βρίσκεται βόρεια της Πρέβεζας και ανήκει στην οροσειρά των Κασωπαίων της Ηπείρου. Το όνομά του συνδέθηκε με την προεπαναστατική περίοδο του 1821 και ειδικότερα με τον θρυλούμενο Χορό του Ζαλόγγου Μετά τη συνθήκη που είχε συνάψει ο Αλή Πασάς με τους Σουλιώτες στις 12 Δεκεμβρίου τους 1803, οι κάτοικοι του Σουλίου έπρεπε να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους. Έτσι φεύγοντας αυτοί χωρίσθηκαν σε δύο ομάδες από τις οποίες η μεν μία με τις φάρες των Δαγκλή, Δράκου, Ζορμπά, Τζαβέλλα, Πανομάρα κ.ά. κατευθύνθηκε προς την Πάργα, ενώ η άλλη με τις φάρες των Κουτσονίκα, Μαλάμου, Μπότσαρη κ.ά. προς το Ζάλογγο. Τότε ο Αλής αθετώντας το λόγο του και τη συνθήκη διέταξε την καταδίωξη και την εξόντωση των Σουλιωτών. Από τις δύο ομάδες, η δεύτερη δεν κατόρθωσε να διαφύγει τον όλεθρο. Οι αποτελούντες την δεύτερη ομάδα είχαν φθάσει στο Ζάλογγο, που απείχε από το Σούλι περί τις οκτώ ώρες, όπου και το ομώνυμο χωριό με δέκα περίπου οικίες. Στη συνέχεια για περισσότερη ασφάλεια ανέβηκαν στη κορυφή όπου βρίσκεται και η ομώνυμη Μονή του Ζαλόγγου.

Στις 16 Δεκεμβρίου όταν έφθασε στους πρόποδες του Ζαλόγγου το πολυάριθμο ασκέρι του Αλή Πασά υπό τον Αλβανό διοικητή Μπεκήρ Τζιγαρώρο οι Σουλιώτες μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους οχυρώθηκαν μέσα στη Μονή απ΄ όπου και απέκρουσαν στις 16 και 17 του μήνα τις εφόδους του ασκεριού. Την επομένη όμως στις 18 Δεκεμβρίου ο μεν Κουτσονίκας και οι σύντροφοί του παραδόθηκαν, ενώ 53 γυναίκες με τα παιδιά τους και 13 άνδρες κατέφυγαν σε παρακείμενο βράχο, καλούμενος σήμερα "Στεφάνι". Αντίθετα άλλοι, περίπου 147, υπό τον Κίτσο Μπότσαρη κατάφεραν με έφοδο να διασωθούν. Οι δε Αλβανοί όταν έφθασαν στη Μονή και την κατέλαβαν αιχμαλώτισαν και όλους όσοι βρίσκονταν εκεί. Τότε οι γυναίκες που είχαν καταφύγει στο βράχο προτίμησαν αντί της ατιμίας και της αιχμαλωσίας να ρίξουν τα τέκνα τους στο γκρεμό και στη συνέχεια να ριφθούν σ΄ αυτόν, χορεύοντας, η μία μετά την άλλη στο βάθος του βράχου ξέροντας ότι μέτρα τους χώριζαν από το θάνατο.

 

 

ecot